ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΞΑΝΘΗΣ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΕΩΡΙΟΥ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΞΑΝΘΗ 5/5/2019
«Η ΚΑΛΗ ΑΠΙΣΤΙΑ»
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή ἀναφέρει μιά ἀπό τις ἐμφανίσεις
τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου στούς μαθητές Του. Το γεγονός τῆς
Ἀναστάσεως καθ΄ ἑαυτό ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τοῦ ἱστορικοῦ γεγονότος,
δέν περιγράφεται ἀπό κανένα εὐαγγελιστή, ὅλες οἱ σχετικές
εὐαγγελικές διηγήσεις ἀναφέρουν τούς μάρτυρες πού εἶδαν τόν
Ἀναστημένο Χριστό ἤ πού ἐπισκέφθηκαν τόν κενό τάφο. Αὐτό συνέβη
γιατί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν ἐμπίπτει στά στενά πλαίσια τῶν
ἱστορικά διαπιστουμένων γεγονότων, ἀλλά στηρίζεται στὴν ἐμπειρία
καὶ στὸ βίωμα τοῦ πιστοῦ. Προϋποθέτει ὄχι τήν ἀπόδειξη ἤ τήν
ἱστορική ἔρευνα, ἀλλά τήν πίστη στή δύναμη τοῦ θεοῦ πού κατανικᾶ τό
θάνατο.
Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ τήν ἡμέρα ἐκείνη τοῦ
συνταρακτικοῦ γεγονότος σκόρπισε χαρὰ στοὺς φοβισμένους μαθητές.
«Ἐχάρησαν οὗν οἱ μαθηταί ἰδόντες τόν Κύριον», σημειώνει ὁ
εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Ἀπὸ τὴν ὁμάδα τῶν μαθητῶν ἔλειπε ὁ Θωμᾶς.
Στὸν ἐνθουσιασμὸ τους ὅτι εἶδαν τὸν Κύριο, ἐκεῖνος προβάλλει τὴν
ἀμφιβολία καὶ τὸν σκεπτικισμό: «Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν
τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων,
καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν Αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω».
Ἐκπροσωπεῖ μέ τή στάση του αὐτή ὁ Θωμᾶς τοὺς ἀνθρώπους
ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ στηρίξουν τὴν πίστη τους στὴ βεβαιότητα τῶν
ἁπτῶν ἀποδείξεων στήν ἱστορική ἐξακρίβωση, στό πείραμα, στήν
αὐτοψία. Πρόκειται γιά μία πολύ ἀνθρώπινη στάση καί δικαιολογημένη
ἀπαίτηση βρίσκεται ὅμως ἀκόμη μακριά ἀπό τήν πίστη. Ὁ Ἀναστημένος
Χριστός σέ ὀκτώ μέρες, τήν ἑπομένη Κυριακή, ξαναεμφανίζεται στούς
μαθητές, μεταξύ τῶν ὁποίων βρίσκεται καί ὁ Θωμᾶς, τόν καλεῖ νά
διαπιστώσει ἰδιοχείρως καί αὐτοπροσώπως τήν ταυτότητα τοῦ
ἀναστημένου σώματός Του, μακαρίζει ὅμως τίς ἐπερχόμενες γενεές πού
θά πιστεύσουν χωρίς νά ἰδοῦν: «Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί
πιστεύσαντες».
Ὁ Θωμᾶς, πρίν ψηλαφήσει τόν Χριστό ξεσπᾶ στήν ὁμολογία πίστεως:
«Ὁ Κύριος μου καί ὁ Θεός μου». Δύο σημεῖα κάνουν ἐντύπωση. Δέν
ἐπισημαίνει ἁπλῶς ὁ Θωμᾶς τήν ταυτότητα τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ,
ἀλλά καί ἀναγνωρίζει τήν θεότητά Του. Ἠ ἀναγνώριση αὐτή δέν εἶναι
γενικῆς φύσεως, ἀλλά ἔχει τόν χαρακτήρα τῆς προσωπικῆς σχέσεως καί
ὑπαρξιακῆς τοποθετήσεως, «Ὁ Κύριος μου καί ὁ Θεός μου». Ἡ
Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔχει σημασία ὄχι σάν ἀνεξάρτητο ἀπό ἐμᾶς
γεγονός τῆς νίκης τοῦ Θεοῦ κατά τῶν σατανικῶν δυνάμεων τῆς φθορᾶς
καί τοῦ θανάτου, ἀλλά σάν γεγονός πού σχετίζεται ἄμεσα μέ τήν
ὕπαρξη τοῦ κάθε ἀνθρώπου, μέ τήν ἀλλαγή τῆς ζωῆς του μέ τό ἄνθισμα
τῆς ἐλπίδας γιά μιά καινούρια καί ἀτελείωτη ζωή.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ «Η ΚΑΛΗ ΑΠΙΣΤΙΑ»