Η Ιερά Μητρόπολη Ξάνθης και η Πόλη της Ξάνθης υποδέχεται,
για πρώτη φορά, την Ιερή Θαυματουργή Εικόνα της Παναγίας Σουμελά της προστάτιδας του Ποντιακού Ελληνισμού ,
το Σύμβολο των Ορθοδόξων της Ανατολής, την «Κυρά του Πόντου»,
σύμφωνα με το παρακάτω πρόγραμμα της Ιεράς Μητροπόλεως Ξάνθης και Περιθεωρίου:
Την Παρασκευή 5η Μαϊου 2017 και ώρα 19:00,
θα γίνει η υποδοχή Της Ιεράς Εικόνας στην κεντρική πλατεία της Ξάνθης.
Δέησης και στην συνέχεια Δοξολογία-Προσφωνήσεις στον Ιερό Καθεδρικό Ναό της του Θεού Σοφίας.
Το Σάββατο 6η Μαϊου 2017 και ώρα 19:00,
θα πραγματοποιηθεί εκδήλωση «Μνήμη Ποντιακού Ελληνισμού»
από τους Συλλόγους Ποντίων Ν. Ξάνθης και τον Σύλλογο Ποντίων χορευτών Ξάνθης «Τραντέλλενες».
Την Κυριακή 7η Μαϊου και ώρα 7:30 -10:30.
Πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Της Του Θεού Σοφίας,
προεξάρχοντος του Σεβασμιότατου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.κ. Παντελεήμονος.
Η Εικόνα της Παναγίας Σουμελά θα βρίσκεται, για προσκύνημα, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Της Του Θεού Σοφίας
την Παρασκευή μέχρι την 10ην νυκτερινή ,
το Σάββατο από τις 7:30 μέχρι την 10ην νυκτερινή καιτην Κυριακή από τις 7:30 μέχρι τις 15:00,
ώρα αναχώρησης της συνοδείας μετά της Ιεράς Εικόνας.
Η Εικόνα, σύμφωνα με την παράδοση της εκκλησίας δημιουργήθηκε από τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά. Αρχικά ονομαζόταν Παναγία η Αθηνιώτισσα, γιατί μετά τον θάνατο του Λουκά ένας μαθητής του την έφερε στην Αθήνα.
Από τα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα τη συναντούμε στο όρος μελά, σε απόσταση 46 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα του Πόντου , την Τραπεζούντα.
Το 386 μ.Χ. με βαθιά πίστη και απόλυτη εμπιστοσύνη στο πρόσωπο της οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος ιδρύουν το μοναστήρι της στο όρος Μελά, όπου ως των ξεριζωμό των Ελλήνων της Ανατολής έζησαν εκατοντάδες μοναχοί και ασκητές.
Η παράδοση λέει ότι οι μοναχοί, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα της Παναγίας, ακολούθησαν την πορεία της εικόνας της που πέταξε ως τον Πόντο. Εκεί, τους εμφανίσθηκε και πάλι η Παναγία πληροφορώντας τους ότι η εικόνα της προπορεύεται στο όρος Μελά.
Με πυξίδα τον Πυξίτη ποταμό ανηφόρησαν προς το όρος όπου βρέθηκαν μπροστά σε μια σπηλιά από την είσοδο της οποίας παρατήρησαν μια χρυσαφένια λάμψη. Ήταν το φως της Εικόνας της Αθηνιώτισσας. Γονατιστοί και δακρυσμένοι, ευχαρίστησαν την Παναγία και της υποσχέθηκαν ότι στο σημείο θα χτίσουν προς τιμήν Της ναό. Με μοναδικά εφόδια την πίστη, την επιμονή και την εργατικότητα οι δυο ερημίτες μοναχοί κατόρθωσαν να χτίσουν την εκκλησία της Σουμελιώτισσας σκαλιστή μέσα στο βουνό. Από τότε έγινε γνωστή ως Παναγία Σουμελά.
Το όνομα Σουμελά ετυμολογείται από το όρος μελά και του ποντιακού ιδιώματος «σού», που σημαίνει «εις το» ή «εις του» και έγινε Σουμελά «εις του Μελά».
Το 1922 οι Τούρκοι, στη γενοκτονία των Ποντίων, έκαψαν το μοναστήρι για να αφανίσουν εντελώς το ελληνικό στοιχείο από την περιοχή. Πριν βάλουν φωτιά είχαν αρπάξει όλα τα πολύτιμα κειμήλια της μονής. Οι μοναχοί όμως, που είχαν προβλέψει το χτύπημα των Τούρκων, είχαν φροντίσει να κρύψουν τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά, καθώς και άλλα κειμήλια, όπως το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστόφορου και ένα Σταυρό από Τίμιο Ξύλο, που είχε δωρίσει στη Μονή ο αυτοκράτορας Μανουήλ Γ’ της δυναστείας των Κομνηνών. Τα ιερά αντικείμενα θάφτηκαν στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας που βρισκόταν σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από το μοναστήρι. Λέγεται ότι ο τελευταίος και νεαρότερος μοναχός, αφού κλείδωσε από μέσα την πόρτα της Μονής, κατέβηκε για να φύγει από εξωτερικό παράθυρο.
Άξιο θαυμασμού είναι το μεγάλο πνευματικό, εθνικό και κοινωνικό έργο της Σουμελιώτισσας, ιδιαίτερα μετά την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. Γίνεται το σύμβολο και η ελπίδα των Ελλήνων του Πόντου που καταφεύγουν στην προστασία της και βρίσκουν παρηγοριά και ασφάλεια. Κάτω από την προστασία της οι υπόδουλοι Έλληνες βρίσκουν τη δύναμη να αγωνιστών ενάντια στις τουρκικές διώξεις, στα βασανιστήρια, στους εξισλαμισμούς και κατά τα τελευταία πριν από την ανταλλαγή χρόνια να σηκώσουν το βαρύ σταυρό της εξόντωσης από τη σχεδιασμένη από το επίσημο τουρκικό κράτος σατανική τακτική της γενοκτονίας όπου θυσιάστηκαν 350.000 Έλληνες του Πόντου.
Μέσα στο βαρύ της τυραννίας κλίμα είναι κέντρο γραμμάτων και παιδείας, εκπαιδεύοντας ιερείς και δάσκαλους, δρώντας ανασταλτικά στον οδοστρωτήρα του εκτουρκισμού και στην απώλεια της εθνικής ταυτότητας και συνείδησης, ανατρέποντας το ηθικό των Ελλήνων με την ιδέα της εθνικής ανεξαρτησίας και της θρησκευτικής ελευθερίας. Ήρθαν όμως και τραγικές μέρες που τίποτε δεν μπορούσε να ματαιώσει τον ξεριζωμό που επιβλήθηκε, με τη συνθήκη της Λωζάνης. Κανέναν από τους τότε ισχυρούς της γης δεν συγκίνησε ο θρήνος, τα μαρτύρια και το ξεσπίτωμα ενός λαού που υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τις προγονικές του εστίες θύμα μιας ανίερης εμπορικής ανταλλαγής.
Οι Έλληνες του Πόντου ξεριζώθηκαν και τα κειμήλια έμειναν εκεί για περίπου δέκα χρόνια. Στις 29 Μαΐου 1930 στην Ιερά Μονή του μεγάλου Σπηλαίου, στα Καλάβρυτα Αχαΐας, ο μακαριστός Μητροπολίτης Ξάνθης Πολύκαρπος Ψωμιάδης, που βρέθηκε ως επισκέπτης και προσκυνητής, εισηγήθηκε στον υψηλό καλεσμένο της Μονής, τον τότε Πρωθυπουργό της Ελλάδας Ελευθέριο Βενιζέλο, την μεταφορά της εικόνας της Παναγίας, από τον Πόντο στην Ελλάδα. Συγκινημένος ο Βενιζέλος υποσχέθηκε πως θα εξαντλήσει όλα τα μέσα για να ικανοποιήσει την επιθυμία του, που ήταν και επιθυμία του λαού των Ποντίων.
Πράγματι το 1930 και σε επίσκεψη του τότε Πρωθυπουργού της Τουρκίας Ισμέτ Ινονού, στα πλαίσια προώθησης της ελληνοτουρκικής φιλίας, ο Ποντιακής καταγωγής Λεωνίδας Ιασωνίδης, υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, ζήτησε, σε άπταιστα τουρκικά, την άδεια να πάει αντιπροσωπεία στον Πόντο για να παραλάβει τα σύμβολα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Λέγεται ότι ο Τούρκος Πρωθυπουργός ενθουσιάστηκε όταν άκουσε τον Έλληνα Υπουργό να μιλά μαζί του σε άψογη τουρκική γλώσσα και γι αυτό του έδωσε την σχετική άδεια.
Πρώτος ο Λεωνίδας Iασωνίδης πρότεινε το 1931 τον επανενθρονισμό της Παναγίας Σουμελά σε κάποια περιοχή της Eλλάδας. Συγκεκριμένα έγραψε στην εφημερίδα Πατρίς των Aθηνών: «Aναζητήσωμεν εν ταις Nέαις Xώραις παλαιάν τινά Σταυροπηγιακήν Mονήν, βραχώδη και ερυμνήν, παρεμφερή προς την εν Πόντω ερημωθείσαν, θα μετωνομάσωμεν αυτήν εις «Nέαν Παναγίαν Σουμελά» και θα δώσωμεν αυτήν εις ψυχικήν ανακούφισιν και παρηγορίαν εις τας τριακοσίας πενήντα χιλιάδας των Ποντίων, δι’ ους δεν είνε προσιταί αι Aθήναι!. Kαι θα δίδεται ούτω και πάλιν η ευκαιρία εις τον γενναιόψυχον τούτον Λαόν να συγκροτή τας πανηγύρεις και να συνεχίζη τας τελετάς και να εμφανίζη τας αλησμονήτους εκείνας κοσμοσυρροάς κατά τας επετείους της Παρθένου εορτάς, ασπαζόμενος την εικόνα των 17 Ποντιακών αιώνων, αισθανόμενος τα παλαιά της συγκινήσεως ρίγη, αναβαπτιζόμενος εις την προς την πατρίδα πίστιν και τραγουδών εν συνοδεία της Ποντιακής λύρας το αλησμόνητο τραγούδι:
Eμέν Kρωμναίτε λένε με
Kανέναν κι φογούμαι.
Ση Σουμελάς την Παναγιάν
θα πάγω στεφανούμαι!»
Μετά την έγκριση του αιτήματος από τον Τούρκο πρωθυπουργό Ισμέτ Ινονού, πήγε στον Πόντο ο αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος από τους τελευταίους μοναχούς της μονής και ύστερα από αγωνιώδεις προσπάθειες βρήκε την εικόνα, τον πολύτιμο σταυρό με το τίμιο ξύλο που είχε δωρίσει στο μοναστήρι ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Εμμανουήλ Γ΄ ο μέγας Κομνηνός και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του οσίου Χριστόφορου που είχαν ενταφιαστεί μαζί με την εικόνα, τα μετέφερε στην Αθήνα και τα παρέδωσε στον μητροπολίτη Τραπεζούντας και κατοπινό αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο Φιλιππίδη, όπου εκείνος το εναπόθεσε προσωρινά στο βυζαντινό μουσείο Αθηνών, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1951.
Το 1951 ο Kρωμναίος οραματιστής και κτήτωρ Φίλων Κτενίδης έκανε πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της Νέας Παναγίας Σουμελά, και την πρώτη «επίσκεψη» της Εικόνας, στις πλαγιές του Βερμίου στην Καστανιά της Βέροιας
Από τις 15 Αυγούστου του 1952 η Εικόνα της Παναγίας Σουμελά βρίσκεται στον Ιερό Ναό Νέας Παναγίας Σουμελά που χτίστηκε με συνδρομές και χορηγίες Ποντίων και μη.
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΟΥΜΕΛΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟ ΝΑΟ ΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΦΙΑΣ ΞΑΝΘΗΣ